Breaking News

Υπουργείο Παιδείας: Ερωτήσεις - απαντήσεις για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής

Διαφήμιση - Advertisement
Διαφήμιση - Advertisement
Το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα μία σειρά από ερωτήσεις - απαντήσεις, σχετικά  με την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Δείτε αναλυτικά:

Γιατί το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων προχωρά στο συγκεκριμένο εγχείρημα;

Η πολιτική που εφαρμόζει το ΥΠΠΕΘ ως προς τη διαμόρφωση του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας και τον ρόλο των ΤΕΙ σε αυτόν δεν αποτελεί μία καινοφανή πρωτοβουλία. Εδράζεται στα πορίσματα του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία και στις διεθνείς εξελίξεις στον τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Παραδείγματα αναβαθμίσεων Ιδρυμάτων που είχαν παρόμοιο χαρακτήρα με αυτό των ΤΕΙ σε Πανεπιστήμια, το λεγόμενο και status upgrade, έχει προηγηθεί σε χώρες όπως η Αγγλία, η Νορβηγία, πρόσφατα στην Αυστρία και Δανία και γενικά σε χώρες όπου η ακαδημαϊκή κατάσταση των εν λόγω Ιδρυμάτων επέβαλε την αναβάθμισή τους.

Στην ίδια ακριβώς φιλοσοφία, η ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (ΠΔΑ) αποτελεί μία εμβληματική πρωτοβουλία του ΥΠΠΕΘ και προκύπτει από την ανάγκη αποκατάστασης της ακαδημαϊκής κανονικότητας στο χώρο των ΑΕΙ. Τα δύο ΤΕΙ της Αττικής έχουν από καιρό υπερβεί την «κλασσική» και νομοθετικά οριοθετημένη αποστολή των ΤΕΙ. 

Η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας αντανακλάται στις εξωτερικές αξιολογήσεις των δύο Ιδρυμάτων από την ΑΔΙΠ που είχε ως αποτέλεσμα τη θετική βαθμολόγηση στη συμμετοχή τους στη Γενική Συνέλευση του ΕΛΙΔΕΚ, στη συμμετοχή τους σε πληθώρα ερευνητικών προγραμμάτων, στη διεθνή εμπέδωση του ακαδημαϊκού τους κύρους αλλά και στην υποδοχή των αποφοίτων τους στην αγορά εργασίας και σε προγράμματα μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών ελληνικών και ξένων Πανεπιστημίων. 

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διδασκόντων έχει διδακτορικό και εξελίσσεται με βάση την ερευνητική δραστηριότητα, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τα αντίστοιχα ΤΕΙ (Πανεπιστήμια Εφαρμοσμένων Επιστημών) της Ευρώπης. Τέλος θα πρέπει επίσης να τονισθεί ότι σε ορισμένα Τμήματα των δύο Ιδρυμάτων η βάση εισαγωγής είναι μεγαλύτερη από αυτή αντίστοιχων Πανεπιστημιακών Τμημάτων της περιφέρειας. Η ίδρυση του ΠΔΑ έρχεται να θεραπεύσει την αναντιστοιχία ανάμεσα στην ακαδημαϊκή πραγματικότητα των δύο Ιδρυμάτων και το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους.

Πρόκειται για απλή μετονομασία; Τι καινούργιο εισάγεται με την ίδρυση του νέου Πανεπιστημίου;

Δεν πρόκειται για μία απλή μετονομασία. Στη διαδικασία ίδρυσης του νέου Πανεπιστημίου υιοθετήθηκε η προώθηση συνεργειών και η αποφυγή επικαλύψεων γνωστικών πεδίων. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, από τα 42 Τμήματα και εισαγωγικές κατευθύνσεις των δύο Ιδρυμάτων οδηγούμαστε σε ένα νέο Πανεπιστήμιο με 26 Τμήματα, με ισχυροποίηση των ακαδημαϊκών μονάδων και δημιουργία προοπτικών ισχυρής παρουσίας στον ελληνικό και διεθνή χώρο. 

Οκταμελής επιτροπή Πανεπιστημιακών και εκπροσώπων των ΤΕΙ μελέτησε το ζήτημα επί επτά μήνες και κατέληξε σε συμπεράσματα, την πλειοψηφία των οποίων υιοθέτησε το Υπουργείο στη διαμόρφωση του σχετικού νομοσχεδίου. 

Τα νέα Τμήματα θα έχουν νέο πρόγραμμα σπουδών και κάποια από αυτά θα θεραπεύουν νέα γνωστικά πεδία, που δεν υπάρχουν ακόμη στον χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αλλά έχουν αποδείξει τη μεγάλη δυναμική και την προοπτική τους στις εμπειρίες άλλων χωρών.

Υπάρχουν κονδύλια και θέσεις προσωπικού για την υποστήριξη της λειτουργίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής;

Για την υποστήριξη του ΠΔΑ δίνονται νέες θέσεις: ήδη είναι  δρομολογημένες 40 από τις 500 θέσεις της 2ης διανομής θέσεων ΔΕΠ του 2016, δίνονται και άλλες στοχευμένες στα νέα Τμήματα και σε επιστημονικά πεδία που δεν καλύπτονται επαρκώς. Επίσης για το ΠΔΑ υπάρχει έκτακτη ενίσχυση 1,5 εκ. ευρώ σε σχέση με το συνολικό προϋπολογισμό και των δύο ΤΕΙ που απορροφά.

Υπάρχει έκθεση βιωσιμότητας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής;

Έχει συνταχθεί από το ΥΠΠΕΘ έκθεση βιωσιμότητας & επιπτώσεων η οποία περιλαμβάνει μια γενική περιγραφή της φυσιογνωμίας και των χαρακτηριστικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, την οργανωτική του διάρθρωση, και αναλυτική περιγραφή των αναμενόμενων ωφελειών στις ομάδες στόχου: τους υπάρχοντες και μελλοντικούς φοιτητές, την Πολιτεία, τους παραγωγικούς φορείς, την τοπική κοινωνία, το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό, και συνολικότερα τους φορείς ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας στην Ελλάδα.  

Επίσης εξετάζει το θέμα αν πληρούνται κριτήρια που καθιστούν την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής μια βέλτιστη πρακτική.  Η έκθεση θα κατατεθεί στην διαδικασία της συζήτησης του νομοσχεδίου στην Βουλή.

Η ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής συνιστά μία αλλαγή τύπου σχεδίου «ΑΘΗΝΑ»; Αποτελεί «προάγγελο» άλλων εξελίξεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση;

Όλη η πολιτική του ΥΠΠΕΘ έχει ως στόχο όχι να συρρικνώσει την Ανώτατη Εκπαίδευση, αλλά να την ισχυροποιήσει λαμβάνοντας υπόψη τη δυναμική των Ιδρυμάτων, το πλήγμα που δέχτηκε η Ανώτατη Εκπαίδευση στην εποχή των μνημονίων και τις διεθνείς εξελίξεις.

Για την επίτευξη των στόχων αυτών προτεραιότητες της πολιτικής μας είναι η αύξηση της χρηματοδότησης, η καταπολέμηση της υφιστάμενης υποστελέχωσης και η λήψη μέτρων με γνώμονα την ακαδημαϊκότητα, την εξωστρέφεια και τη διεθνοποίηση των Ιδρυμάτων. Απόδειξη των προθέσεων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι εντός του τρέχοντος ακαδημαϊκού έτους εξασφαλίσαμε έκτακτη επιχορήγηση ύψους 52 εκατομμυρίων ευρώ στα ΑΕΙ. 

Η επιχορήγηση αυτή είναι επιπλέον των εγγραφών κονδυλίων για τα ΑΕΙ στον Τακτικό Προϋπολογισμό, στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και στο δάνειο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Άλλη μία προσπάθεια επούλωσης των πληγών που επέφεραν οι μνημονιακές πολιτικές στα ΑΕΙ και ΕΚ είναι η αυξημένη χρηματοδότηση που κατευθύνεται και σε ερευνητικές δράσεις, τόσο στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΣΠΑ, όσο και μέσω του ΕΛΙΔΕΚ με κονδύλια που υπερβαίνουν τα 500 εκ. ευρώ.

Ως κυβέρνηση επιχειρήσαμε από την πρώτη στιγμή να τονώσουμε τα Ιδρύματα με νέους ερευνητές και νέες ερευνήτριες. Πετύχαμε για πρώτη φορά μετά την κρίση την ενίσχυση των ΑΕΙ με 500 θέσεις ΔΕΠ για το 2017 και άλλες 500 για το 2018. Τα Ιδρύματα φέτος ενισχύθηκαν και με άλλο προσωπικό υψηλών προσόντων μέσω της διαδικασίας των μετατάξεων σε θέσεις ΕΔΙΠ εκπαιδευτικών άλλων βαθμίδων, κατόχων διδακτορικού. 

Θα πρέπει να γίνει προσπάθεια να αξιοποιηθεί το δυναμικό αυτό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ρητός στόχος μας είναι εντός του 2019 να ισχύσει η αναπλήρωση όλων των θέσεων που κενώνονται λόγω συνταξιοδοτήσεων βάσει του κανόνα «ένας προς έναν», ώστε να επέλθει οριστικά η κανονικότητα στα ΑΕΙ. Στους άμεσους στόχους του Υπουργείου είναι η στοχευμένη, εντός του 2018, χρηματοδότηση για την κάλυψη θέσεων σε νέα αντικείμενα έρευνας και διδασκαλίας.

Όλες οι παραπάνω πολιτικές μόνο σχέδιο «ΑΘΗΝΑ» δε θυμίζουν. Σε αντίθεση με τη βίαιη και αντιεπιστημονική προσέγγιση του σχεδίου «ΑΘΗΝΑ» που ως στόχο είχε τη συρρίκνωση των ΑΕΙ χωρίς ακαδημαϊκά κριτήρια, το Υπουργείο προωθεί τη συνέργεια μεταξύ των ΑΕΙ σε ένα πλαίσιο διαλόγου και κοινού οράματος, με επιτροπές που καταλήγουν σε πορίσματα μέσα από ευρείες συναινέσεις, για την ενδυνάμωση τους ώστε να ανταποκριθούν στις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.

Μετά την ανακοίνωση της εμβληματικής πρωτοβουλίας της δημιουργίας του ΠΔΑ από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό κατά την επίσκεψή του στο ΥΠΠΕΘ τον περασμένο Μάιο, πολλά Ιδρύματα της χώρας ξεκίνησαν οικειοθελώς αντίστοιχες πρωτοβουλίες συνεννόησης για τη δημιουργία μεγαλύτερων σχηματισμών σε πολλές περιφέρειες της χώρας. 

Ήδη το ΤΕΙ Ιονίων Νήσων και το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και το ΤΕΙ Ηπείρου έχουν συντάξει  αναλυτικά πορίσματα με ακαδημαϊκά κριτήρια για την συγχώνευση τους με στόχο τη δημιουργία ενός ισχυρού ΑΕΙ στην περιφέρεια αυτή, ενώ αντίστοιχα εγχειρήματα έχουν ξεκινήσει στη Θεσσαλία, στη Στερεά Ελλάδα, στη Δυτική Ελλάδα και στη Δυτική Μακεδονία. 

Οι πρωτοβουλίες αυτές αποδεικνύουν ότι η στρατηγική του Υπουργείου προς τη διαμόρφωση του Ενιαίου Χώρου βρίσκει ευήκοα ώτα στην ακαδημαϊκή κοινότητα και επιταχύνει τις απαραίτητες διαδικασίες αναδιοργάνωσης των ΑΕΙ με την ενεργό εμπλοκή των ίδιων των ενδιαφερομένων. Δεν θα προχωρήσει, όμως, τίποτα αν δεν επιτευχθούν οι ευρύτερες δυνατές ακαδημαϊκές και κοινωνικές συναινέσεις

Θα υπάρχει κρίση καθηγητών;

Οι καθηγητές των ΤΕΙ είναι μέλη ΔΕΠ Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων με βάση τους νόμους του κράτους και έχουν κριθεί ως τέτοια από το 2001. Τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για την εκλογή σε θέση επίκουρου καθηγητή και αναπληρωτή καθηγητή είναι αντίστοιχα και σε διάρκεια προϋπηρεσίας πιο απαιτητικά από τις αντίστοιχες βαθμίδες των μελών ΔΕΠ Πανεπιστημίων. Διά του λόγου το αληθές παραθέτουμε ενδεικτικά τα τυπικά προσόντα για τη βαθμίδα του αναπληρωτή για τους δύο τύπους ΑΕΙ.

Αναπληρωτής στο Πανεπιστήμιο

ι) Τουλάχιστο τέσσερα χρόνια αυτοδύναμης διδασκαλίας μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος στο προκηρυχθέν γνωστικό αντικείμενο

ή τουλάχιστο τέσσερα χρόνια εργασίας σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα της χώρας ή της αλλοδαπής,

ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο,

ή συνδυασμός των παραπάνω.

ιι) Πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά, από τις οποίες ένας αριθμός πρέπει να είναι αυτοδύναμες,

ή πρωτότυπες επιστημονικές μονογραφίες.

Για την εκλογή θα συνεκτιμάται κατά πόσο το συνολικό ερευνητικό έργο του υποψήφιου έχει συμβάλει στην πρόοδο της επιστήμης και αναγνωρίζεται από άλλους ερευνητές.

Αναπληρωτής στο ΤΕΙ

ι) Πέντε τουλάχιστον έτη επαγγελματικής δραστηριότητας κατάλληλου υψηλού επιπέδου

ή, αναλόγως με τη φύση της θέσης που προκηρύσσεται, ισόχρονη εργασία σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα

ή συμμετοχή με αμοιβή σε οργανωμένα ερευνητικά προγράμματα

ή συνδυασμός των ανωτέρω δραστηριοτήτων, αντίστοιχων, σε κάθε περίπτωση, με το επιστημονικό επίπεδο και το γνωστικό αντικείμενο της θέσης που προκηρύσσεται Η ανωτέρω επαγγελματική δραστηριότητα μπορεί να περιλαμβάνει μέχρι δύο έτη αυτοδύναμη διδασκαλία μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος στο προκηρυχθέν γνωστικό αντικείμενο  σε Πανεπιστήμια ή Τ.Ε.Ι. ή ομοταγή ιδρύματα του εξωτερικού.

ιι) Πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά αναγνωρισμένου κύρους, από τις οποίες ένας αριθμός πρέπει να είναι αυτοδύναμος,

ή πρωτότυπη επιστημονική μονογραφία, πέρα από τη διδακτορική διατριβή.

Ένα μέρος των δημοσιεύσεων αυτών μπορεί, κατά την κρίση του εκλεκτορικού σώματος, να αντικατασταθεί με διεθνές δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ή καινοτομίες που έχουν εφαρμοστεί στην παραγωγή.

Το συνολικό ερευνητικό και εφαρμοσμένο έργο του υποψηφίου πρέπει να έχει συμβάλει στην πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας ή να αναγνωρίζεται από άλλους ερευνητές.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η νομοθεσία επιτρέπει εδώ και πολλά χρόνια στα μέλη ΔΕΠ των ΤΕΙ να είναι εκλέκτορες σε εκλεκτορικά σώματα Πανεπιστημίων και ΤΕΙ και μέλη τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής υποψηφίων διδακτόρων. 

Εντούτοις, το ΥΠΠΕΘ προασπίζοντας την ακαδημαϊκότητα θα προβεί σε κρίσεις μόνο πρωτοβάθμιων καθηγητών ΤΕΙ για τη μετατροπή τη θέσης τους σε καθηγητή Πανεπιστημίου διότι η κείμενη νομοθεσία έχει ουσιαστική διαφοροποίηση των προσόντων στις δύο κατηγορίες πρωτοβάθμιων. Με βάση τη νομοθεσία ένας καθηγητής Α’ βαθμίδας στα Πανεπιστήμια απαιτείται να έχει μία επιπλέον κατηγορία προσόντων που δεν ζητείται από τους καθηγητής Α΄ βαθμίδας ΤΕΙ. Συγκεκριμένα:

Διδακτική εμπειρία μεταπτυχιακών σπουδών συνιστάμενη στη διδασκαλία επί  τριετία, τουλάχιστον, σε μεταπτυχιακά προγράμματα Πανεπιστημίων της χώρας ή της αλλοδαπής

ή η επίβλεψη, με την ιδιότητα του επιβλέποντος, μίας τουλάχιστον διδακτορικής διατριβής που έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περαίωσή της

ή η συμμετοχή σε τριμελείς συμβουλευτικές επιτροπές δύο τουλάχιστον διδακτορικών διατριβών που έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περαίωση τους

ή η διεύθυνση επί τριετία, τουλάχιστον, αναγνωρισμένων Ερευνητικών Ινστιτούτων ή τριετής τουλάχιστον θητεία σε διευθυντική θέση Διεθνών ή Ευρωπαϊκών Οργανισμών ή, προκειμένου περί υποψηφίων καθηγητών των Ιατρικών Σχολών, η κλινική ή κλινικοεργαστηριακή διεύθυνση επί πέντε τουλάχιστον έτη σε Πανεπιστημιακά νοσοκομεία ή νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ.  Για την εκλογή θα συνεκτιμάται κατά πόσο το συνολικό ερευνητικό έργο του υποψηφίου έχει αναγνωρισθεί διεθνώς για τη συμβολή του στην πρόοδο της επιστήμης και έχει χρησιμοποιηθεί και αναγνωρισθεί από άλλους ερευνητές.

Λόγω αυτής της διαφοροποίησης το σχέδιο νόμου προβλέπει την κρίση των πρωτοβάθμιων καθηγητών ΤΕΙ ώστε να πιστοποιηθεί ότι πληρούν και αυτά τα κριτήρια για να μπορέσουν να μετατρέψουν τις θέσεις τους σε τακτικές θέσεις καθηγητών Πανεπιστημίου.

Με την ευκαιρία του ΠΔΑ, το σχέδιο νόμου επανακαθορίζει τα τυπικά προσόντα εκλογής σε κάθε μία από τις τρεις βαθμίδες με στόχο την ομογενοποίησή τους δεδομένου ότι τόσο τα ΤΕΙ όσο και τα Πανεπιστήμια ανήκουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση και με βάση τον ν. 4485/2017 έχουν πολύ συναφή αποστολή.  Με την προτεινόμενη διάταξη θεραπεύεται η ανάγκη εξορθολογισμού των προσόντων και ενοποίησής τους, καθότι και στους δύο τομείς απαιτείται η παροχή του ίδιου υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης. Συγκεντρώνονται λοιπόν σε ενιαίο κείμενο οι υφιστάμενες διατάξεις, σε ένα επικαιροποιημένο σύνολο προσόντων, τα οποία είναι σε κάποια σημεία αυξημένα από τα σημερινά απαιτούμενα τόσο για τα Πανεπιστήμια, όσο και για τα ΤΕΙ.

Ως παράδειγμα δίνεται η προτεινόμενη διάταξη για τα προσόντα στη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή και του καθηγητή για τα ΤΕΙ και τα Πανεπιστήμια.

Αναπληρωτής καθηγητής

i) Τέσσερα (4) έτη τουλάχιστον:

αυτοδύναμης διδασκαλίας μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος στο γνωστικό αντικείμενο του Τομέα σε Α.Ε.Ι. ή ομοταγή ιδρύματα του εξωτερικού

ή αναγνωρισμένου επαγγελματικού έργου κατάλληλου επιπέδου σε σχετικό επιστημονικό πεδίο

ή εργασίας σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα της χώρας ή της αλλοδαπής.

Το χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών μπορεί να κατανέμεται συνδυαστικά στις ανωτέρω δραστηριότητες, οι οποίες σε κάθε περίπτωση είναι αντίστοιχες με το επιστημονικό επίπεδο και συναφείς με το γνωστικό πεδίο της θέσης που προκηρύσσεται.

ii) πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά αναγνωρισμένου κύρους, από τις οποίες ένας αριθμός πρέπει να είναι αυτοδύναμες

ή πρωτότυπες επιστημονικές μονογραφίες, εξαιρουμένων των αυτοεκδόσεων.

Το συνολικό ερευνητικό έργο του υποψηφίου πρέπει να έχει αναγνωριστεί από την επιστημονική κοινότητα.

Καθηγητής

i) Έξι (6) έτη τουλάχιστον:

αυτοδύναμης διδασκαλίας, μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος στο γνωστικό αντικείμενο του Τομέα, με τεκμηριωμένη συμβολή στη διαμόρφωση και διδασκαλία της ύλης δύο τουλάχιστον μαθημάτων

ή εργασίας σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα της χώρας ή της αλλοδαπής 

ή αναγνωρισμένου επαγγελματικού έργου σε σχετικό επιστημονικό πεδίο.

Το χρονικό διάστημα των έξι (6) ετών μπορεί να κατανέμεται συνδυαστικά στις ανωτέρω δραστηριότητες, οι οποίες σε κάθε περίπτωση είναι αντίστοιχες με το επιστημονικό επίπεδο και συναφείς με το γνωστικό πεδίο της θέσης που προκηρύσσεται.

ii) πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά αναγνωρισμένου κύρους, από τις οποίες ένας αριθμός πρέπει να είναι αυτοδύναμος,

ή πρωτότυπες επιστημονικές μονογραφίες, εξαιρουμένων των αυτοεκδόσεων.

iii) ή διδακτική εμπειρία μεταπτυχιακών σπουδών συνιστάμενη στη διδασκαλία επί τριετία, τουλάχιστον, σε  Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών Α.Ε.Ι. της χώρας ή της αλλοδαπής

ή επίβλεψη, με την ιδιότητα του επιβλέποντος, μίας τουλάχιστον διδακτορικής διατριβής που έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περαίωσή της

ή συμμετοχή σε τριμελείς συμβουλευτικές επιτροπές δύο τουλάχιστον διδακτορικών διατριβών που έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περαίωση τους

ή διεύθυνση επί τριετία, τουλάχιστον, αναγνωρισμένων Ερευνητικών Ινστιτούτων ή τριετής τουλάχιστον θητεία σε διευθυντική θέση Διεθνών ή Ευρωπαϊκών Οργανισμών ή, προκειμένου περί υποψηφίων καθηγητών των Ιατρικών Σχολών, η κλινική ή κλινικοεργαστηριακή διεύθυνση επί πέντε τουλάχιστον έτη σε Πανεπιστημιακά νοσοκομεία ή νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ..

Για την εκλογή συνεκτιμάται κατά πόσο το συνολικό ερευνητικό έργο του υποψηφίου έχει αναγνωριστεί από την επιστημονική κοινότητα.

Τι θα ισχύσει για τους νυν φοιτητές;

Οι νυν φοιτητές έχουν το δικαίωμα της επιλογής να ολοκληρώσουν το πρόγραμμα του Τμήματος ΤΕΙ ή του νέου Πανεπιστημιακού Τμήματος υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν υπερβεί το έκτο έτος σπουδών (ν+2). Στην αντίθετη περίπτωση υποχρεούνται να ολοκληρώσουν το πρόγραμμα του τμήματος ΤΕΙ. Η διαδικασία αυτή θα πραγματοποιηθεί από τα ίδια Τμήματα μέσω αντιστοιχίσεων μαθημάτων και μεταβατικών διατάξεων.

Τι θα γίνει με τους παλιούς πτυχιούχους;

Τόσο οι παλιοί απόφοιτοι όσο και οι αυτοί που θα προκύψουν από το ΠΔΑ διαθέτουν πτυχίο επιπέδου 6 με 240 ECTS και 8 εξάμηνα φοίτησης. Συνεπώς ακαδημαϊκά η μόνη διαφοροποίηση είναι ο χαρακτηρισμός ΤΕ/ΠΕ.  Οι παλιοί πτυχιούχοι διαθέτουν πτυχία ανώτατης εκπαίδευσης που θα συνεχίσουν να παρέχονται από άλλα ΤΕΙ της χώρας μιας και η πολιτική του Υπουργείου δεν είναι να πανεπιστημιοποιήσει όλα τα ΤΕΙ της χώρας. 

Αν κάποιοι από τους απόφοιτους των δύο ΤΕΙ επιθυμούν να μετατρέψουν το πτυχίο τους σε ΠΕ, μπορούν να το κάνουν με τη χρήση ειδικών κατατακτηρίων εξετάσεων που αποτελούν ένα καλό εργαλείο για την απόκτηση ενός δεύτερου πτυχίου για το οποίο θα αναγνωρίζεται ένα σύνολο μαθημάτων που έχουν ήδη επιτυχώς ολοκληρώσει. Για όλα αυτά θα  πρέπει να αποφασίσουν τα Τμήματα.  

Θα υπάρξει αλλαγή ως προς τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων;

Δεν θα υπάρχει καμία απολύτως αλλαγή στο καθεστώς των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων. Ως προς τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων αυτά πρέπει να συμβαδίζουν με αυτά των παλιών αποφοίτων. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτυπωθεί στον παρόντα νόμο, καθόσον η διαδικασία απόδοσης των επαγγελματικών δικαιωμάτων θα ακολουθήσει την υπάρχουσα οδό, δηλ. αφού οριστικοποιηθούν τα νέα προγράμματα σπουδών, θα γίνει μελέτη του περιεχομένου τους και με βάση αυτό θα γίνει εισήγηση για έκδοση των ΠΔ με τους συναρμόδιους Υπουργούς.

Παράλληλα το ΥΠΠΕΘ αποδεικνύει το ενδιαφέρον του για την αποκατάσταση των αδικιών που έχουν υποστεί  οι απόφοιτοι των ΤΕΙ στο φλέγον θέμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων.  Έχει ήδη συστήσει τις επιτροπές με βάση το ν. 4485/2017 που εξετάζουν τα επαγγελματικά προσόντα που απορρέουν από τις σπουδές σε σημαντικούς κλάδους όπως αυτοί των πολιτικών μηχανικών, ηλεκτρολόγων μηχανικών, μηχανολόγων μηχανικών και μηχανικών πληροφορικής. Οι επιτροπές εργάζονται συστηματικά και σύντομα θα παρέχουν τα πορίσματά τους που θα ανοίξουν τον δρόμο για τη θεσμοθέτηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων που εκκρεμούν εδώ και 30 χρόνια.

Τι πρόκειται να γίνει με τα πτυχία των Μηχανικών και τους προβληματισμούς του ΕΜΠ;

Κατά αρχήν ο ν. 4485/2017 προβλέπει ότι τα πενταετή προγράμματα σπουδών των πολυτεχνικών σχολών αποδίδουν πτυχίο που ακαδημαϊκά είναι επιπέδου μάστερ (επίπεδο 7). Αυτό σημαίνει ότι οι απόφοιτοι αυτών των προγραμμάτων έχουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα. Οι απόφοιτοι του ΠΔΑ θα έχουν πτυχίο επιπέδου 6, όπως και οι παλαιοί απόφοιτοι των αντίστοιχων τμημάτων των ΤΕΙ, οπότε δεν υφίσταται κάποια ουσιαστική αλλαγή που να μεταβάλλει το status quo. 

Αυτό που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι και σε άλλες χώρες της Ευρώπης υπάρχουν ταυτόχρονα στο ίδιο εκπαιδευτικό σύστημα προγράμματα σπουδών ΑΕΙ διαφορετικής διάρκειας στο ίδιο αντικείμενο. Ακόμα και στην Ελλάδα υπάρχουν Πανεπιστημιακά Τμήματα τετραετούς διάρκειας και πενταετούς διάρκειας παρεμφερών αντικειμένων με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα Τμήματα Πληροφορικής. Π.χ. στο ΕΚΠΑ είναι τετραετούς διάρκειας ενώ στην Πάτρα και τα Ιωάννινα είναι πενταετούς. 

Αντίστοιχη περίπτωση είναι το τμήμα Φυσικής του ΕΚΠΑ και η Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών του ΕΜΠ που έχουν διαφορετική διάρκεια σπουδών αλλά σαφώς μεγάλη συνάφεια ως προς το γνωστικό αντικείμενο. Επίσης οι απόφοιτοι Τμημάτων Πολυτεχνικών Σχολών και Πολυτεχνείων αποκτούν τίτλο σπουδών «διπλωματούχου» μηχανικού (Dipl.Eng.), ενώ οι υπόλοιποι απόφοιτοι τον τίτλο σπουδών του «Πτυχιούχου», τον οποίο θα εξακολουθήσουν να λαμβάνουν οι απόφοιτοι του ΠΔΑ.

Τι είναι τα διετή προγράμματα σπουδών και πώς θα λειτουργήσουν;

Το ΠΔΑ θα παίξει έναν πρωτοποριακό ρόλο ως προς την ίδρυση και λειτουργία των νέων διετών προγραμμάτων σπουδών. Ήδη έχουν γίνει επαφές και συμφωνίες με παραγωγικούς φορείς της περιοχής για να εξασφαλιστούν οι δυνατότητες πρακτικής άσκησης των φοιτητών. Τα διετή προγράμματα σπουδών αναφέρονται για πρώτη φορά στον νόμο 4485/2017 ως δυνατότητα των ΑΕΙ. Σ

τον παρόντα νόμο δρομολογείται η θεσμική τους περιγραφή. Για την ακρίβεια τα ΑΕΙ θα μπορούν να λειτουργούν Κέντρα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΚΕΕ) που παρέχουν διετή προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης για αποφοίτους των Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑΛ). Το ΚΕΕ αποτελεί ακαδημαϊκή μονάδα του Ιδρύματος. 

Τα διετή προγράμματα είναι δωρεάν για όσους θελήσουν να τα παρακολουθήσουν και πλήρως χρηματοδοτούμενα από το κράτος. Σκοπεύουν να παρέχουν επαγγελματική εκπαίδευση σε νέους ανθρώπους σε ελκυστικά προγράμματα και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της οικονομίας αξιοποιώντας την πανθομολογούμενη τεχνογνωσία και το κύρος των ΑΕΙ της χώρας. 

Το προσωπικό που θα διδάσκει δεν θα είναι αποκλειστικά από τα ΑΕΙ, τουναντίον, θα υπάρξει η πρόνοια ώστε να υπάρχει, ανάλογα με τις ειδικότητες, το προσωπικό που έχει και αντίστοιχη επαγγελματική εμπειρία.

Θεωρούμε ότι αποτελούν μία ριζοσπαστική τομή στο χώρο της επαγγελματικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης που θα ωφελήσει τόσο τους αποφοίτους των ΕΠΑΛ, την οικονομία, όσο και τα ίδια τα ΑΕΙ που μέσω των διετών δομών θα έρθουν σε επαφή με τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και των φορέων τους. Επίσης η θεσμοθέτησή τους δεν θα γίνει άναρχα, αλλά με τεκμηριωμένες εισηγήσεις και έγκριση από το ΥΠΠΕΘ, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα που ταλαιπωρούσαν τα ΙΕΚ.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τέτοιες δομές εκπαίδευσης λειτουργούν σε πολλές χώρες με τεράστια επιτυχία όπως στη Γαλλία και προσφάτως στην Αγγλία, ενώ αντίστοιχες δομές θεσμοθετούνται και στη Γερμανία. Οι εκπαιδευόμενοι επιλέγονται στο πρόγραμμα βάσει του βαθμού του απολυτηρίου από το ΕΠΑΛ. Επιπλέον κριτήρια μπορεί να ορίζονται στον Κανονισμό του ΚΕΕ. 

Η φοίτηση διαρκεί τέσσερα εξάμηνα θεωρητικής και εργαστηριακής εκπαίδευσης, συνολικής διάρκειας 1.200 διδακτικών ωρών σύμφωνα με το πρόγραμμα σπουδών, πλέον πρακτικής άσκησης συνολικής διάρκειας 960 ωρών, που μπορεί να πραγματοποιείται παράλληλα με τη φοίτηση, μετά την ολοκλήρωση του δευτέρου εξαμήνου. 

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος απονέμονται διπλώματα επιπέδου πέντε (5) του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων. Επιπλέον, μπορούν να συνδέονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό, τα μαθησιακά αποτελέσματα με μονάδες του Ευρωπαϊκού Πιστωτικού Συστήματος για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (European Credit System for Vocational and Education and Training – ECVET).